Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

Λιθόστρωτοι δρόμοι και μονοπάτια


Το αυτοκίνητο έγινε προσιτό στην πλειοψηφία των Ελλήνων μετά τα τέλη της δεκαετίας του 80. Tο γεγονός αυτό απετέλεσε την αναγνώριση της κοινωνικής καταξίωσης και το απτό στοιχείο άμεσης αντίστοιχης αναγνώρισης στον εξωτερικό χώρο, στον δρόμο, εκεί δηλαδή που περιφερόμενος κανείς φαντάζεται, προσδοκά και αναμένει ότι έχει κοινωνικά και οικονομικά αδιαμφισβήτητα καταξιωθεί(1).
Αυτά ως προς την σημειολογία της μετακίνησης του ανθρώπου (και της ιδέας που επιθυμεί να έχει για τον εαυτό του) μέσα σε κοινόχρηστο χώρο, όπως είναι ο Δρόμος, (όπου διερχόμενος κανείς κρίνει και κρίνεται ιδίως μετά την λαίλαπα των συνηθειών του Καταναλωτισμού).
Μέχρι τότε λοιπόν στους δρόμους της Άνδρου μετακινιόταν κανείς είτε με τα πόδια ή με υποζύγιο, ή εάν οι δρόμοι ήταν πλέον αμαξιτοί με αυτοκίνητο.
Όταν όμως το αυτοκίνητο έγινε προσιτό στους πάντες τότε οι παλαιοί λιθόστρωτοι δρόμοι απαξιώθηκαν ως δρόμοι μετακίνησης και ο τίτλος του δρόμου αποδώθηκε οριστικά και αμετάκλητα στους αμαξιτούς. Όλοι οι υπόλοιποι δρόμοι, καλντερίμια κ.λπ. υποβιβάστηκαν νοηματικά και συμβολικά και ονομάστηκαν μονοπάτια. Κι αυτό έγινε είτε από καλοπροαίρετους κατοίκους μεγαλουπόλεων που θεωρούσαν πως ό,τι δεν είναι για αυτοκίνητο είναι για παρωχημένης κατηγορίας ανθρώπους (αγρότες κ.α.) είτε από ντόπιους που συμφώνησαν στον ενταφιασμό του παλαιού τρόπου ζωής και μετακίνησης, μετονομάζοντας και εκείνοι με την σειρά τους, τούς παλαιούς δρόμους, μονοπάτια. 

Η ομάδα που θα βλέπουμε στις φωτογραφίες αποτελείται από παιδιά της Άνδρου που περπατούν συχνά στους δρόμους και τα μονοπάτια.

Ετσι από το 90 και εδώ όταν αρχίσαμε να μιλάμε για περίπατο στην Φύση μιλούσαμε για ένα απερίγραπτα πολύπλοκο παμπάλαιο οδικό δίκτυο ονομάζοντας όλους τους δρόμους, τα καλντερίμια, τις στενές, και τα μονοπάτια όλα, μα όλα, συλλήβδην μονοπάτια. Όσο μεγαλύτερη δε γινόταν η αποξένωση από την προηγούμενη χρήση τους τόσο μεγάλωνε η λευκωματική και επιπόλαιη προσέγγισή τους θαμμένη στην αγνωσία και τον θαυμασμό…….                                                                                    
 Τι ωραίο τοπίο! Τι θαυμαστά έργα έκαναν οι άνθρωποι τον παληό καιρό! Από πόσο ωραία τοπία περνούσαν(sic) …… Με πόσο γούστο επέλεγαν να περάσουν τα ωραία αυτό μονοπάτια στην πανέμορφη φύση της Άνδρου… Πόσο όμορφοι είναι οι διαχωριστικοί τοίχοι (ντουβάρια) με τα διαλεγμένα στήματα. Τι τεράστιο έργο!! Τι αρμονία!!!  



    Λιθόστρωτος δρόμος με πελώριες πλάκες στην κοιλάδα των Διποταμάτων.

Ένα απο τα πολλά μονοπάτια της Άνδρου.Είναι στενό για ένα διαβάτη, δεν είναι λιθόστρωτο, δεν έχει τοίχους δεξιά και αριστερά.                                                        
 Και τι αφέλεια και πόση απύθμενη άγνοια. Θάλεγε κανείς ότι όλοι οι πρόγονοί μας Ανδριώτες ήταν εικαστικοί και γλύπτες που νυχθημερόν βασάνιζαν την σκέψη τους και ανελέητα το κορμί τους με το πού και πώς θα έχτιζαν για να θαυμάζουμε εμείς, περνώντας σήμερα βυθισμένοι στην βαθύτατη άγνοια της ιστορίας του τοπίου και του Τόπου μας.

Θα προσπαθήσω να βάλω μια μικρή τάξη σε όλο αυτό το αδιανόητα μπερδεμένο κουβάρι. Καταρχάς να πώ ότι το οδικό δίκτυο της Άνδρου, (και δεν αναφέρομαι βέβαια στο αμαξιτό δίκτυο), είναι τεράστιο και την διατρέχει με διαφόρων ειδών αρτηρίες από άκρου σ΄άκρον. Και ασφαλώς ωρισμένες από τις αρτηρίες αυτές είναι αρχαίες.
Θα ξεκινήσω όμως από την περίοδο που κατέχω καλύτερα και είναι σαφέστερη επειδή απετέλεσε τομή. Την Λατινοκρατία, 1212(;) και μετά. Προηγούμενα αυτό που είναι γνωστό είναι το τοπωνύμιο Ντεμοσιά ή Δεμοσιά που απαντάται και σε έγγραφα του 16ου αι. και βρίσκεται στην Μεσσαριά. Ασφαλώς σχετίζεται με την μέση βυζαντινή εποχή της Άνδρου και υπογραμμίζει τον κεντρικό ρόλο που έπαιξε η Μέση ή Μεσσαριά στους μετά την εξαφάνιση της-αρχαίας-Παληόπολης χρόνους (6ος-7ος αι). Κάποια Δημοσιά που διερχόταν από κει, ενώ είναι άγνωστο από πού προερχόταν και άγνωστο πού κατέληγε.
Τότε λοιπόν, δηλαδή μετά το 1212 ή και λίγο αργότερα ο Δάνδολο καταλαμβάνοντας την Άνδρο και ιδρύοντας εδώ ένα μικρό υποτελές κρατίδιο, έκτισε τρία Κάστρα και τα ένωσε με ένα Δρόμο. Το Πάνω Κάστρο (της Φανερωμένης) με τον δρόμο που ξεκινούσε απ΄αυτό κατευθυνόταν βόρεια, κατέβαινε τα Διποτάματα, περνούσε από το Συνετί και συνέχιζε μέχρι το Κάτω Κάστρο. Από κει έφευγε μεγάλος δρόμος, η Φαρδειά Στράτα η οποία περνούσε ψηλά πάνω από τις Μένιτες, πάνω από τον Πιτροφό, πέρα από την Κουβάρα, πάνω από το Απροβάτο, μετά από την Κατάκοιλο, πάνω από το Γαύριο και συνέχιζε βορειοδυτικά μέχρι να στραφεί εντελώς δυτικά και να φθάσει στο Κάστρο (Πύργο) του Μάρκοντάντολου. Διάρκεια διαδρομής με καλό άλογο σχεδόν 6 ώρες! Πρόκειται ασφαλώς για ένα κύριο δίκτυο, ραχοκοκκαλιά στρατιωτική, πολιτική και οικονομική της Άνδρου. Δίκτυο θεμελιώδες. Κύρια χαρακτηριστικά του το εύρος, η ποιότητα κατασκευής και η συγκεκριμένη τεχνική μέθοδος. Το εύρος κυμαίνεται  από 2,5 μ έως και 10μ σε ειδικές περιπτώσεις (όπως η αποφυγή ανεξέλεγκτης απορροής των ομβρίων). Η σαφής περιχαράκωση του «δημόσιου»(2) αυτού δρόμου με την ανέγερση τοίχων μνημειωδών μεγεθών, με τεράστιες πέτρες και πελώρια στήματα. Ο ίδιος ο δρόμος ήταν στρωμένος με τεράστιες πλάκες. Το υλικό, φαίνεται ακόμα στις μέρες μας ότι έχει ληφθεί από κατάλληλο εκβραχισμό στα ανάντη τμήματα του διερχομένου δρόμου. Επίσης λόγω απότομης υψομετρικής μεταβολής δημιουργόταν τα ανάλογα σκαλοπάτια. Αυτά δεν ήταν ποτέ κτισμένα και εκτεθειμένα στην φθορά του χρόνου αλλά και στο εύκολο ρουμάνιασμα των ποικίλων φυτών. Ήταν άλλοτε πελεκητά, άλλοτε μονολιθικά άλλοτε με δύο αδρούς μεγάλους λίθους, που αποτελούσαν το ίδιο το σκαλοπάτι. Η συντήρησή ενός τέτοιου δρόμου αρκετά εύκολη και γρήγορη, η ποιότητα και η αντοχή στην φθορά του χρόνου αδιανόητα ανθεκτική κι ακατάλυτη. Οι δρόμοι αυτοί είναι ακόμα εκεί, μετρούν 8 αιώνες ζωής και θα μετρήσουν πολύ περισσότερους. 

     Η Φαρδειά Στράτα πάνω απο Πιτροφό προς Παλαιόπολη, πλάτος πάνω από 10     μέτρα.



Ο δρόμος που ένωνε το Κάτω με το Πάνω Κάστρο-Φανερωμένη. Τα σκαλοπάτια του είναι μονολιθικά, ήταν παντού λιθοστρωμένος με τεράστιες πέτρες και πάντοτε με διαχωριστικό τοίχο.

Οι Κουμούνες Στράτες.  Κατά την Λατινοκρατία η Άνδρος ήταν τιμάριο του εκάστοτε ηγεμόνα της και τα τιμαριωτικά του δικαιώματα επί της Άνδρου έπρεπε να επανεπιβεβαιώνονται οσάκις διαδεχόταν νέος ηγεμόνας τον προηγούμενο, από τον ανώτερο Ηγεμόνα στον οποίο η Άνδρος ήταν υποτελής, (εν προκειμένω από τον Δούκα της Νάξου και πολύ αργότερα εμμέσως από την Βενετική Δημοκρατία). Το ίδιο ακριβώς ίσχυε και για τους 12(;) μεγάλους τιμαριούχους οι οποίοι κατείχαν τα αντίστοιχα τιμάρια που τους είχαν αποδωθεί. Πολύ νωρίς και λόγω του εγκάρσιου διαχωρισμού της Άνδρου σε 12 τιμάρια θα πρέπει να φάνηκε ότι άλλοι πλήρως διάφοροι δρόμοι, από τους προϋπάρχοντες της βυζαντινής περιόδου, θα έπρεπε να διανοιγούν ώστε να εξυπηρετούν την νέα διοικητική και πολιτική αυτή αλλαγή. Δεν είναι γνωστό προς το παρόν ποιοι είναι αυτοί οι ασφαλώς λιθόστρωτοι δρόμοι (η έρευνα έχει πολλούς ακόμη τομείς να επιδοθεί). Ωστόσο αυτό που είναι γνωστό είναι ο θεσμός τών επί μέρους οδών που δημιουργήθηκαν για να εξυπηρετούν εσωτερικές (εντός ενός τιμαρίου) ή επικεντρωμένες οδικές αρτηρίες που διέσχιζαν περισσότερα του ενός φέουδα. Οι δρόμοι αυτοί είχαν σχεδόν τα ίδια τεχνικά χαρακτηριστικά αλλά πιο επεξεργασμένα, λιγώτερο αδρά, πιο περιποιημένα θα λέγαμε και συχνά κτιστά σκαλοπάτια με πολύ μεγάλες πέτρες. Οι εκατέρωθεν τοίχοι επίσης αδρής κατασκευής.



Κουμούνα Στράτα σήμαινε κοινόχρηστος δρόμος. Με σημασία αυτονόητη σήμερα, αλλά διόλου τον καιρό εκείνο. Σήμαινε δηλαδή τον δρόμο εκείνο από τον οποίο περνούσε κανείς χωρίς την απαραίτητη έγκριση του Λατίνου άρχοντα μέσα από το ακίνητο του οποίου διερχόταν ο δρόμος. Ίσως οι κουμούνες στράτες να ήταν έργο ιδιωτικό και αποσκοπούσε στην ανάδειξη της ισχύος του κατασκευαστή του. Γνωρίζουμε Κουμούνα Στράτα από Κάτω Κάστρο για Αποίκια και για Πατούρια, επίσης από γεφύρι Στοιχειωμένης προς Φάλικα. Αντίστοιχος, λόγω κατασκευής, ήταν και αυτός που συνέδεε την Κατάκοιλο με το Μπατσί. Αλλά σίγουρα υπάρχουν και άλλες. Πολύ περισσότερες. Πιστεύω ότι είναι έργα της ύστερης Λατινοκρατίας δηλαδή πιθανόν μετά το 1400.
Το αρχικό εκείνο δίκτυο που συνέδεσε τα τρία Κάστρα φαίνεται ότι μάλλον δεν περιελάμβανε γεφύρια και πάντως τα απέφευγε (3). Το γεφύρι του ποταμού Αχλα ή Βαριδιού, είχε ανεγερθεί για να είναι απρόσκοπτη η επικοινωνία και η υποχρεωτική προσέλευση (με ποινή θανάτου) των Στενιωτών βιγλατόρων στην Βίγλα του Αη-Γιάννη του Σκίνου ανεξαρτήτως καιρού, νεροποντής, χιονοπτώσεως κ.λπ χωρίς την παραμικρή δικαιολογία εκ μέρους των τελευταίων. Το γεφύρι στην περίπτωση αυτή δεν έχει δρόμο παρά ένα απλό μονοπάτι κυρίως μετά τον Καρόνα και μέχρι την άνοδο στον Σκίνο που είχε τον πλήρη εποπτικό έλεγχο του Αιγαίου (μέχρι Χαλκιδική). Το έργο ήταν αποσπασματικού χαρακτήρα και είχε να κάνει με σοβαρούς λόγους άμυνας και μεταδόσεως πληροφοριών σε Φράγκους ή Βενετούς ηγεμόνες άλλων περιοχών και αυτονόητης εκμεταλλεύσεως της προνομιακής αυτής θέσεως από τον εκάστοτε Ηγεμόνα της Άνδρου (4)

Δεξιά τα σκαλοπάτια ίσως της τελευταίας Κουμούνας Στράτας (1566-1579) αμέσως μετά το γεφύρι της Στοιχειωμένης προς Φάλικα. Αριστερά το μονοπάτι για το μοναστήρι της Παναχράντου.Η διαφορά ανάμεσα στα μονοπάτια και τους δρόμους είναι εξόφθαλμη.

Οι Στενές ήταν δρόμοι που είχαν απαραιτήτως τοίχους που με εμμονή καθώριζαν και διαχώριζαν την κοινή, από την ιδιωτική -αγροκτηνοτροφική- χρήση. Δεν γνωρίζω ούτε κατά προσέγγιση την  ηλικία δημιουργίας τους αν και η εμμονή της -κτιστής-  περιχαρακώσεως της ατομικής ιδιοκτησίας  προσομοιάζει με την λογική των Φράγκων χωρίς να έχω καμμία άλλη ένδειξη. Συχνά για λόγους οικονομίας χρησιμοποιούσαν ως τμήματα στενών πολύ μικρά ρέμματα που η μακραίωνη διοχέτευση νερού είχε κατασκάψει και δημιουργήσει αντίστοιχη πορεία για οδική διέλευση. Σπάνια είχαν κτιστά σκαλοπάτια, διαμορφωμένα πιστεύω, εκεί που τα συναντάμε, κατά τους τελευταίους αιώνες. 

         Οι Στενές έχουν πάντοτε τοίχους δεξιά και αριστερά. Δεν είναι λιθόστρωτοι.

 Στενή που έγινε σε περιωρισμένο ρεμματάκι φαγωμένο από τα νερά της βροχής.  Απαντάται αρκετά συχνά στην Άνδρο.Έχει πάντα διαχωριστικούς τοίχους.

Τα μονοπάτια υπήρχαν ανέκαθεν στην Άνδρο χωρίς τοίχους εκατέρωθεν, με ελάχιστο εύρος, άλλοτε για προσέλευση σε απώτερο σημείο καλλιέργειας, που αργότερα πήρε την μορφή της δουλείας διελεύσεως, άλλοτε για παρακολούθηση της ακώλυτης διοχετεύσεως νερού δίπλα στα αντίστοιχα ποτιστικά αυλάκια. Η λέξη καθώριζε απολύτως την χρήση : μονοπάτι, μόνο ένας πατεί. 

    Το μονοπάτι από την Μονή Αγίου Νικολάου-στα Σόρα προς την παραλία  Άχλα.

Οι λιθόστρωτοι δρόμοι ήταν δρόμοι αρκετά νεώτεροι από το τέλος-πιθανολογώ-της Λατινοκρατίας και εντεύθεν. Ήταν λιθοστρωμένοι με όχι ιδιαίτερα μεγάλες πλάκες και κτιστά σκαλοπάτια και απαραιτήτως τοίχους εκατέρωθεν. Ένας τέτοιος δρόμος ήταν η Αρχοντική Στράτα που συνέδεε τα Αηδόνια με την Μεσσαριά και διανοίχτηκε για να τον διατρέχουν οι άρχοντες των χωριών αυτών μετά την εφαρμογή στην Άνδρο του θεσμού του κοτζάμπαση, δηλαδή μετά το 1774. Ασφαλώς θα υπήρχαν και άλλοι παρόμοιοι δρόμοι αρκετά παλαιότεροι.


Ένας απο τους πολλούς λιθόστρωτους δρόμους που καταλήγει στην Ζαγορά. Ο λόγος κατασκευής εκεί, ενός τόσο "περιποιημένου" έργου δεν είναι σαφής.


Τα Καλντερίμια είναι ένα πολύ νεώτερο είδος λιθόστρωτου δρόμου που επεκτείνεται και απλώνεται μετά την πληθυσμιακή αύξηση των αρχών του 19ου αι και είχε όλα τα μόλις προαναφερθέντα χαρακτηριστικά και επιπλέον ενίοτε της πέτρες σφηνωμένες ασφυκτικά μεταξύ τους, κάθετα στην γή, ώστε το έργο να είναι ακατάλυτο στο διάβα των αιώνων. Τα σκαλοπάτια επίσης κτιστά και για τούτο πιο ευάλωτα και τρωτά από την ανάπτυξη της βλάστησης. 

 Ένα πολύ άρτιο καλντερίμι με τις πέτρες κάθετα σφηνωμένες στην γή.    Κατασκευάστηκε τον 19ο αιώνα. 

Αυτονόητο λοιπόν είναι από όσα είπαμε ανωτέρω, ότι οι οδικές αυτές αρτηρίες που εμείς σήμερα απολαμβάνουμε (ως φαντασιακή επιστροφή σε ηπιότερες μορφές βίου; ως επαφή με την φύση; ως ψυχαγωγία;) πρέπει να συναρτώνται με την εξυπηρέτηση που παρείχαν, με τον σκοπό για τον οποίο διανοίχτηκαν και ει δυνατόν με την ιστορική συγκυρία της δημιουργίας τους. Μόνον τότε νομίζω θα περπατούσαμε ενσυνείδητοι διαβάτες του έργου και του Τόπου που διατρέχουμε.


Ως υστερόγραφο θα ήθελα να πω το εξής: Τα τελευταία χρόνια γίνεται, αρκετά έως απολύτως αθόρυβα, ένα σημαντικώτατο έργο στην Άνδρο, αυτό της συντήρησης των οδικών αυτών αρτηριών (αρνούμαι να τα πω όλα μονοπάτια) από την εξ επιλογής ανδριώτισσα κ. Όλγα Καραγιάννη. Χωρίς κομπασμούς ή διαφημίσεις η κ. Καραγιάννη με υπομονή μερμηγκιού εκτελεί το τεράστιας σημασίας έργο της διατηρήσεως αυτού του σπουδαιότατου πλούσιου από πολλές πλευρές έργου, που κληρονομήσαμε, του γυρίσαμε την πλάτη και το καταστρέφουμε καθημερινά. Τις θερμότερες ευχαριστίες μου κ. Καραγιάννη!!!


 Ο δρόμος που συνέδεε την Κατάκοιλο με το Μπατσί, είχε τα χαρακτηριστικά Κουμούνας Στράτας. Η φροντίδα των εθελοντών για την συντήρηση των παλαιότατων αυτών αρτηριών δεν μπορεί να σταματήσει την αδιαφορία και την καταστροφή του "ανθρώπου". Στην προκειμένη περίπτωση πρόκειται για έργο του ΟΤΕ. Η καταστροφή είναι αμετάκλητη. Η στάθμη του δρόμου στην επάνω φωτογραφία, σκάφτηκε, βρίσκεται πιο κάτω από τον τοίχο με τα στήματα που τώρα είναι μετέωρος και θα καταρρεύσει με τις προσεχείς νεροποντές. Η καταστροφή θα είναι ολοκληρωτική. Ευχαριστούμε τον ΟΤΕ για το έργο του...




Σημ.1 Αυτό καθορίζεται αναλόγως των αξιών που έχει ο καθείς ιεραρχίσει για τον εαυτό του.

Σημ. 2 Ο όρος δημόσιος εδώ έχει αποκλειστικά την έννοια της χρήσεως και όχι την ιδιοκτησία, αφού όλη ανεξαιρέτως η γή ανήκε στον Ηγεμόνα όσο-και μόνον όσο-αυτός ήταν Ηγεμόνας της Άνδρου. 

Σημ.3  Το γεφύρι που υπάρχει στα Διποτάματα πρέπει εξ αρχής να έγινε στο σημείο εκείνο. Δεν νομίζω όμως ότι είναι του 13ου αι. Πιστεύω ότι έχει ξανακτιστεί μεταγενέστερα.  

Σημ. 4 βλ. Νικ. Βασιλόπουλου «το Γεφύρι του ποταμού Άχλα» Νήσος Ανδρος 2013 εκδόσεις Τυπωθήτω σελ.162-168  και Νικ. Βασιλόπουλου «Λατινοκρατία στην Άνδρο κεφ. το φέουδο του Zen" Εκδόσεις Σοφίας Γαρυφάλλου σελ. 153-155

                                  Δρόμοι.                        Χωρίς σχόλια...